Μια λησμονιά, μια θύμηση
στο δρόμο ανταμώσαν,
μπροστά δεν προχωρήσανε
και στα ρηχά βαλτώσαν.
Η πληγωμένη λησμονιά
έψαχνε το μυαλό μου,
η κοντινή η θύμηση
να μπει στο όνειρό μου.
Κι’ εγώ,
κι’ εγώ στη μέση θεατής,
τι να πρωτοδιαλέξω,
σαν την αράχνη μάστορας
ποιανής ιστό να πλέξω;
Δυό λάρνακες για παρελθόν
σκέφτηκα να σκαρώσω,
σ’ ένα καινούργιο αντάμωμα
διέξοδο να δώσω.