Σε συμπονώ
στον πόνο σου,
χαίρομαι στη χαρά
σου, κι’ αν
τα δικά μου
βάσανα βρίσκονται μακριά
σου, αντέχω.
Θωρακισμένη πόρτα η καρδιά σου και πως να ζεσταθώ.
Θωρακισμένα τείχη
η ψυχή σου, δεν
υπάρχουν οι σκαλωσιές για
αναρρίχηση.
Οι μάστοροι
πιάσανε δουλειά στα
εύκολα , στον κάμπο
για το μεροκάματο.
Οι ανειδίκευτοι
στοιβαγμένοι στις καφετέριες, πνιγμένοι στο
ποτό και τον καπνό, δεν
θα βοηθήσουν, ξοδεύουν το μεροκάματο.
Σ’ ένα
θαύμα πιστεύω, φτερά
σα δώρο να
δώσει ο Θεός , πάνω στα
τείχη να κουρνιάσω.
Μια τέτοια τύχη θα διώξει την ατυχία μου.
Μια τέτοια τύχη θα διώξει την ατυχία μου.
Τώρα σε
βλέπω και αυτό
με φθάνει, για αύριο,
έχει ο Θεός.